ἁρμοστῶν

ἁρμοστῶν
ἁρμοστής
one who arranges
masc gen pl
ἁρμοστός
joined
fem gen pl
ἁρμοστός
joined
masc/neut gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Ζαμπέλιος — Επώνυμο οικογένειας συγγραφέων και λογίων, από τη Λευκάδα. 1. Γεώργιος (18oς αι.). Έγραψε την Ακολουθία των αγίων ενδόξων μεγάλων μαρτύρων Μηνά, Βίκτωρος και Βικεντίου. 2. Ιωάννης (Λευκάδα 1787 – Κέρκυρα 1856). Δραματικός ποιητής. Σπούδασε νομικά …   Dictionary of Greek

  • Κορνάρο — (Cornaro). Επώνυμο οικογένειας ευγενών της Βενετίας. 1. Αντρέα (Andrea, Βενετία 1479 – Κύπρος 1473). Δούκας της Κρήτης. Κατά τη διάρκεια της διοίκησής του εκδηλώθηκε η έβδομη επανάσταση των Κρητικών εναντίον της Βενετίας, με αρχηγό τον Λέοντα… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο Ασιατικής Τέχνης (Κερκύρας) — Η μοναδική στην Ελλάδα και μία από τις πλουσιότερες στην Ευρώπη συλλογές έργων τέχνης της Ασίας, η οποία αποτελείται από έντεκα χιλιάδες περίπου αντικείμενα, εκτίθεται και πάλι ύστερα από πολλά χρόνια. Το ανάκτορο των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”